Δ-4.1, Κατά θεόν πένθος, (21/4/21).

ΕΝΑΣ ἀρχάριος Μοναχός, πού ἐπιθυμοῦσε πολύ νά κόψη τά ἐλαττώματά του, παρακάλεσε τό σοφώτατο Ἀββᾶ Βαρσανούφιο νά τόν διδάξη πῶς νά συγκρατῆ τή γλώσσα καί ν’ ἀποφεύγη τήν παρρησία.

- Πᾶρε σύντροφό σου τό πένθος, τέκνον, τοῦ ἀποκρίθηκε ὁ ἅγιος Γέροντας. Κι’ αὐτό θά σέ διδάξη.

- Πῶς μπορῶ νά κρατήσω στήν καρδιά μου τό πένθος, Ἀββᾶ ἀφοῦ εἶμαι ὑποχρεωμένος νά ἐξυπηρετῶ τούς ἀνθρώπους καί νά συναναστρέφομαι μαζί τους; ἐρώτησε πάλι ὁ νέος.

- Θυσίαζε κάθε μέρα τό δικό σου θέλημα στό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί τοῦ πλησίον σου καί μή προσέχης ποτέ τά σφάλματα τῶν ἄλλων παρά μόνον τά δικά σου καί θ’ ἀποκτήσης τό πένθος ζῶντας ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους.

- Ὑπάρχει πένθος χωρίς δάκρυα; ζήτησε νά μάθη ὁ Ἀδελφός.

- Δέν προκαλοῦν τά δάκρυα πένθος, ἀλλά τό πένθος δάκρυα, εἶπε ὁ Ἀββᾶς. Ὅταν οἱ λογισμοί σου εἶναι συμμαζεμένοι, ὅταν θυμᾶσαι πώς μέ τίς ἁμαρτίες σου λύπησες τόν Θεόν, τότε ἔρχεται τό πένθος στην καρδιά σου καί τό κατανυκτικό δάκρυ στά μάτια σου.

[Ἀπό τό βιβλίο "Σταλαγματιές από την πατερική σοφία", ἀδ. Θεοδώρας Χαμπάκη, Κεφ. Δ, παρ. 4.1]