Ε-1.14, Προσευχή, (26/5/21).

ΠΡΟΣΕΥΧΗΕΝΑΣ ΑΓΙΟΣ Ἐρημίτης, πολλά χρόνια κλεισμένος μέσα σέ μιά σπηλιά στή ρίζα ἑνός ἀπόκρημνου βράχου, εἶχε μοναδική του ἀπασχόλησι τήν προσευχή. Ὁ Οὐράνιος Πατήρ, προνοῶντας γι’ αὐτόν, ὅπως γιά τά πετεινά τ’ οὐρανού, τόν ἔτρεφε μ’ αὐτό τό θαυμαστό τρόπο: Κάθε βράδυ, ὕστερα ἀπό τή δύσι τοῦ ἡλίου, ἔβρισκε ἕνα ζεστό ψωμί, πού ἔλεγες πώς μόλις εἶχε βγῆ ἀπό τό φοῦρνο, στήν εἴσοδο τῆς σπηλιᾶς του. Χρόνια γινότανε αὐτό!
Μιά μέρα ὅμως πῆγε νά ἰδῆ τόν Ἐρημίτη μας ἕνας συνασκητής του καί καθώς συνωμιλοῦσαν, τοῦ ὑπέδειξε πώς δέν ἦταν σωστό νά κάθεται ἀργός. Τόν βοήθησε νά κόψη καλάμια ἀπό τό ἔλος καί τόν ἔμαθε νά πλέκη πανέρια.
Σάν βράδυασε, κουρασμένος ἀπό τή δουλειά και πεινασμένος ὁ Γέροντας, πῆγε στή σπηλιά του νά πάρη τό ψωμί του. Μέ πόση ἀνακούφισι θά τό ἔτρωγε! Δέ βρῆκε ὅμως τίποτε. Ἔτσι κοιμήθηκε νηστικός. Τήν ἄλλη μέρα ἀσχολήθηκε πάλι μέ ζῆλο στό ἐργόχειρο, ἀλλά δέν βρῆκε πάλι στή θέσι του τό βράδυ τό εὐλογημένο ψωμάκι, μέ τό ὁποῖο τόσα χρόνια τόν ἔτρεφε ὁ Θεός. Στενοχωρημένος τότε προσευχήθηκε καί παρακάλεσε τόν Κύριον νά τοῦ φανέρωση σέ τί εἶχε σφάλει, ώστε νά πάψη νά φροντίζη πιά γι’ αὐτόν. Ἄκουσε τότε θεία φωνή νά τοῦ λέγη:
- Ὅταν ἤσουν ἀπασχολημένος μόνο μέ μένα, σέ ἔτρεφα. Τώρα πού ἔμαθες ἐργόχειρο, δίκαιο εἶναι νά σέ τρέφη αὐτό.

[Ἀπό τό βιβλίο "Σταλαγματιές από την πατερική σοφία", ἀδ. Θεοδώρας Χαμπάκη, Κεφ. Ε, παρ. 1.14]