Ε-3.12, ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΚΑΡΠΟΦΟΡΙΑ, (21/7/21).

ΜΟΝΑΧΟΣ ΠΡΟΣΕΥΧΟΜΕΝΟΣΕΝΑΣ Ἐρημίτης δέχτηκε μιά μέρα τήν ἐπίσκεψι κάποιου συνασκητοῦ του. Σάν ἔφτασε ἡ ὥρα τοῦ φαγητοῦ, εἶπε στόν ὑποτακτικό του νά ἐτοιμάση λίγη φακή καί νά βρέξη τά παξιμάδια γιά νά φιλοξενήσουν τόν ἐπισκέπτη. Ὁ νέος ἔκανε ὅπως τοῦ εἴπαν. Οἱ Γέροντες ὅμως ἀπορροφημένοι ἀπό τήν πνευματική συζήτησι, πού εἶχαν ἀρχίσει, ἔμειναν στή θέσι τους ὥς τήν ἄλλη μέρα τό μεσημέρι, χωρίς νά νοιώσουν πεῖνα ἤ νύστα ἤ κάποια κούρασι. Τότε εἶπε πάλι ὁ Ἐρημίτης στόν ὑποτακτικό του:
- Μαγείρεψε, τέκνον, λίγη φακή, νά φάγη ὁ ξένος μας.
-Ἀπό χτές, Ἀββᾶ, εἶναι ὅλα ἑτοιμα στήν τράπεζα, ἀποκρίθηκε ὁ νέος.
Ἔτσι καθήσανε πιά ὅλοι μαζί νά φᾶνε.

[Ἀπό τό βιβλίο "Σταλαγματιές από την πατερική σοφία", ἀδ. Θεοδώρας Χαμπάκη, Κεφ. Ε, παρ. 3.12]