Σ’
ΕΝΑ πολύ ταπεινό Μοναχό φάνηκε ὁ διάβολος, σάν ἄγγελος φωτεινός, καί
τοῦ εἶπε, γιά νά τόν ρίξη σέ ὑψηλοφροσύνη:
- Ἐγώ εἶμαι ὁ Γαβριήλ κι’ ἦλθα νά σέ χαιρετήσω, γιατί ἔχεις πολλές
ἀρετές καί σοῦ ἀξίζει.
- Κύττα μήν ἔχεις κάνει λάθος, ἀποκρίθηκε, χωρίς νά χάση τήν
ψυχραιμία του ὁ ταπεινός Καλόγερος. Ἐγώ ζῶ ἀκόμη στήν ἁμαρτία καί
γι’ αὐτό δέν εἶμαι ἄξιος νά βλέπω Ἀγγέλους.
[Ἀπό τό βιβλίο "Σταλαγματιές από την πατερική σοφία", ἀδ. Θεοδώρας Χαμπάκη, Κεφ. Ε, παρ. 3.16]