Ε-4.8, ΘΕΙΑ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑ, (29/9/21).

ΑΧΡΑΝΤΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑΤΗΝ ΑΚΟΛΟΥΘΗ ἱστορία διαβάζομε στή βιογραφία τοῦ Ὁσίου Μακαρίου τοῦ Αἰγυπτίου:
- Ἕνας ἄσωτος νέος στήν Ἀλεξάνδρεια γοητεύτηκε ἀπό τήν ὀμορφιά μιᾶς παντρεμένης γυναίκας, πού ἦταν παράδειγμα τιμιότητος καί σωφροσύνης. Ἐπειδή κατάλαβε πώς ἦταν ἀδύνατον νά τήν παρασύρη στά δίχτυα του μέ ἄλλο τρόπο, πῆγε σ’ ἕνα μάγο καί τοῦ ἔταξε πολλά χρήματα, ἄν κατώρθωνε μέ τή σκοτεινή του τέχνη νά τή φέρη στό σκοπό του. Οὔτε ἔτσι ὅμως κατάφερε αὐτό πού ἤθελε. Ὁ μάγος τότε, ἀπό έκδίκησι, ἔκανε νά φαίνεται ἡ νέα στά μάτια τῶν ἀνθρώπων σάν φοράδα. Ἔτσι τή βρῆκε ὁ ἄνδρας της ἕνα βράδυ πού γύρισε ἀπό τή δουλειά του στό σπίτι του. Ἀπαρηγόρητος γιά τή συμφορά, φώναξε τούς ἱερεῖς νά κάνουν ἁγιασμό καί νά προσευχηθοῦν γι’ αὐτήν. Καταλάβαινε πώς ὅλα αὐτά όφείλονταν σέ διαβολική ἐνέργεια. Βλέποντας ὅμως πώς δέ γινόταν τίποτε, τήν τρίτη ἡμέρα ἔδεσε ἀπό τό λαιμό τή δυστυχισμένη γυναίκα καί τήν ὡδήγησε στόν Ὅσιο Μακάριο, πού ἡ φήμη του, σάν θαυματουργοῦ, εἶχε ἀπλωθῆ σ’ ὅλη τήν Αἴγυπτο.
Στό δρόμο τόν σταματοῦσαν οἱ Καλόγηροι καί τόν ρωτοῦσαν ποῦ πήγαινε ἐκείνη τή φοράδα. Ἔτσι ὁ δυστυχισμένος ἀναγκαζόταν νά διηγῆται σ’ ὅλους τή συμφορά του.
Σάν ἔφτασε στή σκήτη, εἴπαν οἱ Ἀδελφοί στόν Ὅσιο, πώς ἕνας ἄνθρωπος μέ μιά φοράδα πήγαινε νά τόν ἐπισκεφθῆ.
- Πῶς σᾶς ξεγελᾶ ὁ διάβολος, τούς εἶπε ἐκεῖνος αὐστηρά, καί βλέπετε ἔτσι τό λογικό πλάσμα τοῦ Θεοῦ; Ἐγώ τήν βλέπω γυναίκα, ὅπως εἶναι στήν πραγματικότητα.
Πῆγε, τέλος, ὁ ἄνθρωπος, κι’ ἀφοῦ ἔβαλε μετάνοια στόν Γέροντα, τοῦ διηγήθηκε τό κακό πού τόσο ξαφνικά τόν βρῆκε. Ὁ Ὅσιος τόν ἄκουσε μέ συμπόνια. Ὕστερα ἔβαλε νερό σ’ ἕνα μικρό δοχείο, προσευχήθηκε, τό εὐλόγησε κι’ ἐρράντισε μ’ αὐτό τή δυστυχισμένη γυναίκα. Τότε τήν εἶδαν ὅλοι μέ τήν πραγματική μορφή της. Ὁ Ὅσιος τούς ἐξήγησε πώς τό φαινόμενο ἐκεῖνο δέν ἦταν τίποτε ἄλλο ἀπό φαντασία διαβολική. Κατόπιν εἶπε στή γυναίκα συμβουλευτικά:
- Μή λείπης ποτέ ἀπό τήν ἐκκλησία, ὅταν γίνεται Λειτουργία, καί νά κοινωνῆς συχνά, γιατί καί τοῦτο τό κακό σέ βρῆκε, ἐπειδή ἔχεις μείνει πέντε ἑβδομάδες ἀκοινώνητη.

[Ἀπό τό βιβλίο "Σταλαγματιές από την πατερική σοφία", ἀδ. Θεοδώρας Χαμπάκη, Κεφ. Ε, παρ. 4.8]