ΘΕΛΟΝΤΑΣ
νὰ βεβαιωθοῦν οἱ Γέροντες, ἂν πραγματικὰ ἦταν τόσο ταπεινὸς καὶ
πρᾶος ὁ Ἀββᾶς Ἀγάθων, ὅσο τουλάχιστον φημιζόταν, πῆγαν μία μέρα,
τάχα θυμωμένοι, στὸ κελλί του καὶ τοῦ φώναξαν:
- Ἐσὺ εἶσαι ὁ Ἀγάθων, ὁ φαῦλος κι ὑπερήφανος;
- Ναί, Πατέρες μου, τέτοιος εἶμαι, ἀποκρίθηκε ἐκεῖνος, χωρὶς
κὰν νὰ ταραχθῇ.
- Καὶ τολμᾶς νὰ φλυαρῇς καὶ νὰ κατακρίνῃς τοὺς ἀδελφούς;
Ἐξακολούθησαν οἱ ἄλλοι.
- Δίκιο ἔχετε, ἀλλὰ παρακαλέστε τὸν Θεὸ νὰ μ’ ἐλεήσῃ, εἶπε
πάλι ὁ ταπεινὸς Ἀγάθων.
- Καὶ δὲν φτάνουν ὅλα αὐτά, ἔγινες τώρα κι αἱρετικός!
- Ἅ, ὄχι, αἱρετικὸς δὲν ἔγινα ἀκόμη, ὕψωσε ζωηρὰ τὴ φωνὴ ὁ
Ἀββᾶς, πρὸς μεγάλη ἔκπληξι τῶν ἀνακριτῶν του.
- Γιὰ ἐξήγησέ μας, Ἀγάθων, τοῦ εἶπαν χαμογελῶντας οἱ
Γέροντες, γιατί δέχτηκες εὐχαρίστως ὅλες τὶς ἄλλες κατηγορίες
καὶ τούτη τὴν τελευταία δὲν θέλησες νὰ τὴν παραδεχτεῖς;
- Καλὸ εἶναι γιὰ τὴν ψυχή μου, κι οὔτε κανένα βλάπτει, νὰ μὲ
νομίζουν οἱ ἄλλοι φαῦλο καὶ φλύαρο, ὑπερήφανο καὶ φιλοκατήγορο,
ἀποκρίθηκε ὁ Ὅσιος. Ἀλλὰ νὰ μὲ νομίζουν αἱρετικὸ, ζημιώνονται,
καὶ μένα χωρίζουν ἀπὸ τὸν Κύριό μου.
Οἱ Γέροντες θαύμασαν τὴ διάκρισί του καὶ παραδέχτηκαν πὼς εἶχε
δίκιο.
[Ἀπό τό βιβλίο "Σταλαγματιές από την πατερική σοφία", ἀδ. Θεοδώρας Χαμπάκη, Κεφ. Ζ, παρ. 1.111]