Ζ-1.15, ΤΑΠΕΙΝΟΦΡΟΣΥΝΗ, (13/4/22).

ΤΑΠΕΙΝΟΦΡΟΣΥΝΗΕΝΑΣ ΝΕΟΣ Μοναχὸς πῆγε στὸν Ἀββᾶ Θεόδωρο τῆς Φέρμης νὰ τοῦ πῇ τὴν στενοχώρια του.
- Στὸν κόσμο νήστευα πιὸ πολύ, Ἀββᾶ, ἔκανα συχνὲς ἀγρυπνίες, εἶχα στὴν προσευχή μου κατάνυξι καὶ δάκρυα κι ἔκρυβα στὴν καρδιά μου πολλὴ φλόγα γιὰ κάθε θεάρεστο ἔργο. Ἐδῶ στὴν ἔρημο τὰ ἔχασα ὅλα αὐτὰ καὶ φοβᾶμαι πὼς δὲ θὰ σωθῇ ἡ ψυχή μου.
- Ἐκεῖνα ποὺ ἔκανες στὸν κόσμο, παιδί μου, τοῦ εἶπε ὁ σοφὸς Γέροντας, δὲν ἦταν παρὰ ἔργο κενοδοξίας, γιὰ τὸν ἀνθρώπινο ἔπαινο. Ὁ Θεὸς δὲν τὰ δεχότανε. Ἐκεῖ ὁ διάβολος δὲν σὲ πολεμοῦσε, οὔτε τὴν προθυμία σου ἐμπόδιζε, ἀφοῦ δὲν εἶχες καμμιὰ ὠφέλεια ἀπ’ αὐτή. Τώρα ὅμως, ποὺ κατατάχτηκες πιὰ ὁριστικὰ στοῦ Χριστοῦ μας τὸν στρατό, ὡπλίστηκε κι ἐκεῖνος ἐναντίον σου. Μᾶθε ὅμως πὼς ἀρέσει πιὸ πολὺ στὸν Κύριό μας ἕνας μόνο ψαλμός, ποὺ λὲς ἐδῶ στὴν ἔρημο μὲ ταπείνωση, ἀπὸ χίλιους ποὺ ἔλεγες ἐκεῖ μὲ κενοδοξία, καὶ δέχεται μὲ περισσότερη εὐχαρίστησι τὴ νηστεία μίας ἡμέρας ποὺ κάνεις ἐδῶ κρυφά, παρὰ ὅσες ἔκανες φανερὰ ὁλόκληρες ἑβδομάδες.
- Τώρα δὲν κάνω τίποτε, ἐπέμενε ὁ νέος. Ἐκεῖ ἤμουν καλλίτερος.
- Καὶ ποὺ νομίζεις ἀκόμη πὼς στὸν κόσμο ἤσουν πιὸ καλός, τοῦ εἶπε αὐστηρὰ ὁ Ἀββᾶς Θεόδωρος, εἶναι ὑπερηφάνεια. Τὴν ἴδια γνώμη γιὰ τὸν ἑαυτὸ του εἶχε κι ὁ Φαρισαῖος τῆς παραβολῆς καὶ κατακρίθηκε. Λέγε, παιδί μου, πὼς ποτὲ δὲν κατόρθωσες κανένα καλό, γιὰ νὰ σωθῇς. Ἔτσι δικαιώθηκε κι ὁ τελώνης. Πιὸ ἀρεστὸς εἶναι στὸ Θεὸ ὁ ἁμαρτωλός, μὲ τὴ συντριμμένη καρδιὰ καὶ τὶς ταπεινὲς σκέψεις, ἀπὸ τὸν ὑψηλόφρονα ἐνάρετο.
Ἡ γεμάτη πείρα διδασκαλία τοῦ Γέροντα συνέτισε τὸ νέο Μοναχό.
- Χάρι σὲ σένα, Ἀββᾶ, τοῦ εἶπε μ’ εὐγνωμοσύνη, καθὼς τὸν ἀποχαιρετοῦσε γιὰ νὰ φύγῃ, σώθηκε ἡ ψυχή μου σήμερα.

[Ἀπό τό βιβλίο "Σταλαγματιές από την πατερική σοφία", ἀδ. Θεοδώρας Χαμπάκη, Κεφ. Ζ, παρ. 1.15]