ΟΤΑΝ
μάθη ὁ ἄνθρωπος νὰ μέμφεται τὸν ἑαυτό του, ὅπου κι ἂν βρεθῆ, ἔχει
δύναμι νὰ ὑπομένῃ, ἔλεγε συχνὰ ὁ ὅσιος Ποιμήν.
Καὶ ἄλλοτε πάλι:
- Γιὰ νὰ νοιώσῃ καλὰ τὸ γραφικὸ ρητό, «πάντα καθαρὰ τοῖς
καθαροῖς» πρέπει νὰ αἰσθάνεται ὁ ἄνθρωπος τὸν ἑαυτὸ του
χειρότερο ἀπὸ ὅλα τὰ κτίσματα.
- Πῶς μπορῶ νὰ νοιώσω τὸν ἑαυτό μου χειρότερο ἀπὸ τὸ φονιά;
ρώτησε κάποιος ἀδελφός.
- Ὅταν εἰπῆς στὸ λογισμό σου, ἐξήγησε ὁ Γέρων, πὼς
αὐτὸς ἔκανε μόνο αὐτὴν τὴν ἁμαρτία, ἐνῶ ἐγὼ σκοτώνω κάθε μέρα
συνανθρώπους μου μὲ τὴν προαίρεσι.
[Ἀπό τό βιβλίο "Σταλαγματιές από την πατερική σοφία", ἀδ. Θεοδώρας Χαμπάκη, Κεφ. Ζ, παρ. 1.37]